Μεθυσμένος από φως και έρωτα
Αμειδίαστος
Φοβούμενος σχεδόν μήπως μαντέψει ο Ουρανός
το αμάρτημα σου
τραυλίζεις γλώσσες ξενικές
μιας πολιτείας ξεχασμένης.
Πια Απόρθητης.
Στεριά μυρίζεις, καθώς παρμένος από
τη μάνα σου την θάλασσα
κι αναθρεμμένος σε
τσιμεντένιες αγκαλιές.
Ποιος άνεμος σε λοξοδρόμησε σε αμμουδιές
κρησαρισμένες
από τα βότσαλα
της
νιότης;
Σαν μεθυσμένο από Φως και Έρωτα
το αμειδίαστο προσωπείο σου
αρμένιζε μίλια μακριά απ’ τις ακτές του Ονείρου.
Σφαλνούσε τ’ άστρο του Ονείρου.
Ατενίζεις το πέλαγος.
Λιποτάκτης του Ύστατου, μόνο το Χρέος σού απομένει.
#Ποίηση