Κι όμως, όλα αυτά είναι το ίδιο όμορφα και άξια αναγνώρισης όσο η ίδια η τέχνη. Αν οι άνθρωποι κατάφερναν να αντιληφθούν τον κόσμο που τους περιβάλλει με τον ίδιο τρόπο που αντιλαμβάνονται την τέχνη, τότε δεν θα υπήρχε πια ανάγκη για αυτήν, θα ήταν περιττή… (George Maciunas).
Γράφει η Δήμητρα Τσιαούσκογλου.
To Fluxus ήταν ένα πρωτοποριακό ρεύμα καλλιτεχνών που άνθησε τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 διεθνώς με ισχυρότερα κέντρα τη Νέα Υόρκη και τη Γερμανία. Διασκορπισμένο σε διάφορα μέρη του κόσμου, συσπείρωσε ανθρώπους που μοιραζόταν κοινές ιδέες και οράματα για την τέχνη και τη ζωή σε μια χαλαρή οργάνωση. Χωρίς ποτέ κανείς να γνωρίζει τι ακριβώς είναι το Fluxus και χωρίς ποτέ να γίνει προσπάθεια να οριστούν αρχές και προγραμματικοί στόχοι, όπως οι θεμελιωτές του αναφέρουν, αποτέλεσε ένα από τα πιο ανατρεπτικά κινήματα άρνησης της τέχνης.
Ετυμολογικά ο όρος Fluxus προέρχεται από τη λατινική λέξη που σημαίνει ροή, κίνηση, αλλαγή και χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά από τον George Maciunas, ψυχή του κινήματος και γέφυρα μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής. Το δίκτυο απαρτιζόταν από εικαστικούς, μουσικούς, συνθέτες, κινηματογραφιστές, αρχιτέκτονες, λογοτέχνες και θεωρητικούς. Κάποιοι από τους σημαντικότερους εκπροσώπους ήταν οι George Brecht, Joseph Beuys, Robert Filliou, Dick Higgins, Nam June Paik, La Monte Young, Yoko Ono, Ben Vautier, Wolf Vostell κ.ά.
Η καταγωγή και οι βαθύτερες επιρροές του κινήματος εντοπίζονται στο Dada και ιδιαίτερα στο έργο του Marcel Duchamp, στους ηχητικούς πειραματισμούς του John Cage και τη συγκεκριμένη μουσική (concrete music), και στη φιλοσοφία του Ζεν. Σκοπός τους ήταν να καταργήσουν τα όρια μεταξύ τέχνης και ζωής, και κατ’ επέκταση τα όρια μεταξύ των μορφών τέχνης, ενθαρρύνοντας έτσι την ανάμειξη διαφόρων πρακτικών. Τη διακήρυξη της ενότητας τέχνης και ζωής ως θεμελιώδη αρχή του Fluxus, εξέφραζε, άλλωστε, και η διάσημη ρήση του Joseph Beuys ότι κάθε άνθρωπος είναι καλλιτέχνης.
Αυτό που τους ένωνε ήταν η αποστροφή από το κατεστημένο και τις συμβάσεις της καθιερωμένης τέχνης, από την εμπορευματοποίηση και τον ελιτισμό της. Αντιπρότειναν, λοιπόν, μιαν απλότητα που εκφράστηκε μέσα από έργα μικρά και ευτελή, δράσεις εφήμερες και μπανάλ, κείμενα λιτά και περιεκτικά. Εξερεύνησαν την κοινοτοπία της καθημερινότητας, και προσέγγισαν την τέχνη σαν διαδικασία και χειρονομία περισσότερο, χρησιμοποιώντας οποιοδήποτε διαθέσιμο μέσο. Ταράζοντας τα όρια μεταξύ τέχνης και ζωής, ή διαπιστώνοντας πως τελικά όρια δεν υπάρχουν έβρισκαν πως … ένα φλιτζάνι του καφέ είναι μάλλον πιο όμορφο από ένα εξεζητημένο γλυπτό, ένα πρωινό φιλί πιο δραματικό από ένα θεατρικό έργο και πως το τρίξιμο του ποδιού μέσα σε ένα βρεγμένο παπούτσι αντηχεί ωραιότερα από ένα μουσικό κομμάτι!
Δομικά στοιχεία που θα μπορούσαν να θεωρηθούν κριτήρια ή ποιότητες για να χαρακτηριστεί ένα έργο Fluxus, είναι το στοιχείο της τύχης και ο πειραματισμός, το παιχνίδι, το χιούμορ και η φαιδρότητα. Ακόμα και όταν οι καλλιτέχνες πραγματεύονταν σοβαρά φιλοσοφικά και υπαρξιακά ζητήματα, το έκαναν συχνά μέσα από ευτράπελα και φάρσες, κατορθώνοντας μ’ αυτόν τον τρόπο να σπάσουν την σοβαροφάνεια, να απελευθερώσουν τη σκέψη και να προσδώσουν σε αυτά μια νέα οπτική. Επίσης, η έννοια του χρόνου αποτελεί κοινό τόπο στα έργα τους, είτε αυτή εκφράζεται ως εμμονή στο παρόν, είτε περιστρέφεται γύρω από την αξία του εφήμερου.
Περίφημες έμειναν οι συναυλίες και τα φεστιβάλ (Fluxconcerts, Fluxfests), τα happenings και οι performances τους, που συχνά έπαιρναν τη μορφή παρέμβασης στο δημόσιο χώρο. Καθώς το ενδιαφέρον τους είχε μετατοπιστεί από την παραγωγή του αντικειμένου-έργου τέχνης στην παραγωγή εμπειριών που αναπτύσσονται μεταξύ καλλιτέχνη και κοινού και, επιπλέον, με την πεποίθηση ότι το έργο δεν ολοκληρώνεται παρά μόνο με την ενεργό συμβολή του τελευταίου, στις εκδηλώσεις αυτές ήταν έντονος ο συμμετοχικός ρόλος του κοινού.
Ο Ben Vautier, Ελβετός, γεννημένος το 1935 στην Ιταλία και 100% Fluxman, κατά τον Maciunas, υπήρξε ένα από τα πιο ενεργά μέλη του κινήματος. Το σώμα του αποτελούσε την πρώτη ύλη του και στις performances που μετέφερε συχνά στο δρόμο, με χιούμορ και αυτοσαρκασμό διέλυε τις συμβάσεις και τα όρια μεταξύ τέχνης και ζωής, καλλιτέχνη-θεατή. Έτσι, σε μια δράση του κάθεται σε δρόμο της Νίκαιας και απευθύνεται στο κοινό κρατώντας ένα πανό που γράφει: Κοιτάξτε εμένα, αυτό αρκεί (Regardez-moi, cela suffit). Σε μια άλλη performance του με τίτλο Living Sculpture (1962) μετέφερε αυτούσιο το δωμάτιο του στη βιτρίνα της Gallery One του Λονδίνου και έζησε εκεί για 15 μέρες, εκθέτοντας και προσφέροντας μάλιστα τον εαυτό του προς πώληση στους περαστικούς έναντι 250 λιρών.
Η Yoko Ono στην performance Cut Piece (1964) κάθεται στο πάτωμα με ένα ψαλίδι αφημένο δίπλα της. Το κοινό καλείται να πλησιάσει και κόψει κομμάτια από τα ρούχα της, ενώ εκείνη στέκει ακίνητη μέχρις ότου, διστακτικά στην αρχή και σταδιακά όλο και πιο επιθετικά, να την αφήσουν σχεδόν πλήρως εκτεθειμένη.
Πέραν των εφήμερων δράσεων, οι καλλιτέχνες του Fluxus επιδόθηκαν στη δημιουργία πρωτότυπων εκδόσεων και ανθολογιών, video-art και στην κατασκευή αντικειμένων-κουτιών που ονόμαζαν Fluxkits. Αυτά λειτουργούσαν ως μικρές συλλογές από ετερόκλητα αντικείμενα, όπως παιχνίδια, κάρτες και τραπουλόχαρτα, τυπωμένα ευφυολογήματα, παρτιτούρες, αναπαραγωγές έργων τέχνης, objets trouvés κ.ά., και τα αντάλλασσαν σε μεγάλο βαθμό με τη μέθοδο της ταχυδρομικής τέχνης (mail art), που οι ίδιοι καθιέρωσαν. Η ιδέα πίσω από το Fluxkit είναι να συμπυκνώσει σε ένα μικρό κουτί αντικείμενα που προέρχονται από διαφορετικά πεδία της τέχνης αλλά και της καθημερινής εμπειρίας, να κατεβάσει το έργο από τον τοίχο και να το θέσει ταυτόχρονα στη διάθεση του κοινού, το οποίο μπορούσε να βγάλει τα αντικείμενα από το κουτί και να τα περιεργαστεί.
Τέλος, οι επιρροές από τη μουσική είναι εμφανείς ακόμα και εκεί που ο ρόλος της δεν είναι άμεσος. Έτσι πολλά έργα έχουν τη μορφή παρτιτούρας, με αποτέλεσμα άλλοι καλλιτέχνες πέραν του ίδιου του δημιουργού να μπορούν να εκτελέσουν το έργο, ακολουθώντας τις οδηγίες, είτε αυτό είναι performance, είτε παιχνίδι, είτε ακόμα και ζωγραφική ή γλυπτό. Αυτό εγείρει ενδιαφέροντα ζητήματα γύρω από τις έννοιες της αυθεντικότητας και ιδιοκτησίας, αλλά και της ίδιας της εμπειρίας του έργου τέχνης. Παράδειγμα το έργο-παρτιτούρα Solo for Sick Man του George Maciunas, αποτελεί μια πρωτότυπη μουσική παρτιτούρα συμπτωμάτων, καθώς στην αριστερή στήλη αναγράφονται λέξεις όπως βήχας, φτέρνισμα, ροχαλητό, φύσημα μύτης κ.α. ενώ στις δεξιές κενές στήλες γράφεται ο χρόνος σε δευτερόλεπτα διάρκειας της κάθε πράξης.
Κλείνοντας, θα έλεγε κανείς πως το Fluxus προσεγγίζεται ως ιδέα και συμπεριφορά περισσότερο, ως ένα πείραμα για κοινωνική αλλαγή που σηματοδότησε την πορεία της σύγχρονης τέχνη, παρά σαν κίνημα περιορισμένο σε στενά ιδεολογικά και χρονολογικά πλαίσια. Όπως ο Dick Higgins εξηγεί: Το Fluxus δεν είναι μια στιγμή στην ιστορία, ούτε ένα κίνημα τέχνης. Είναι ένας τρόπος να κάνεις πράγματα, μια παράδοση, και ένας τρόπος να ζεις και να πεθαίνεις.
ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: Art Magazine 28 Απριλίου 2014