Ο γερμανός φιλόσοφος Άρτουρ Σοπεγχάουερ (1788-1860) είναι γνωστός για τις πεσιμιστικές του ιδέες, που σχηματοποιήθηκαν από τα δύσκολα παιδικά του χρόνια. Αυτό τον οδήγησε να αναζητήσει την ανθρώπινη συντροφιά που του έλειπε στα ζώα και συγκεκριμένα στα κανίς. Κατά τη διάρκεια της ζωής του απέκτησε πολλά από αυτά τα μικροσκοπικά σκυλιά, που όλα τους είχαν το ίδιο όνομα «Άτμα» (ο εαυτός στα σανσκριτικά) και το ίδιο παρατσούκλι «Μπουτς» (ξωτικό στα γερμανικά).
Ο γάλλος συγγραφέας και φιλόσοφος Ζαν Πολ Σαρτρ, που αρνήθηκε το βραβείο Νόμπελ το 1964 γιατί θα μείωνε το γόητρο της συγγραφικής του δουλειάς, είχε ένα διαρκή φόβο για τα θαλάσσια τέρατα, που έφθανε στα όρια της παράνοιας. Μια φορά, καθώς κολυμπούσε σε μία παραλία της Γαλλικής Ριβιέρας με τη σύντροφό του Σιμόν Ντε Μποβουάρ, έπαθε κρίση πανικού, καθώς πίστευε ότι ένα γιγάντιο χταπόδι θα βγει από τη θάλασσα και θα τον πνίξει. Κάποια άλλη φορά, ενώ είχε καταναλώσει ναρκωτικές ουσίες, αντιλήφθηκε ένα γιγαντιαίο αστακό να τον κυνηγάει όπου και να πήγαινε. Οι εμμονές του με τα θαλάσσια τέρατα ανιχνεύονται και στα βιβλία του «Ναυτία», «Ηρόστρατος», «Οι Έγκλειστοι της Αλτόνα».
Ο πατέρας του γερμανικού ιδεαλισμού είχε γενικά μία ήρεμη ζωή, χωρίς ιδιαίτερες εξάρσεις. Ακόμη, όμως, και οι πιο νορμάλ φιλόσοφοι έχουν τις παραξενιές τους. Ο Χέγκελ όταν εργαζόταν στο σπίτι του συνήθιζε να φοράει πάνω από τα ρούχα του το νυχτικό του κι ένα μαύρο μπερέ. Θα έμενε ένα καλά κρυμμένο μυστικό του, αν δεν το αποκάλυπτε ο φίλος του Έντουαρντ Γκανς (νομικός, ιστορικός και φιλόσοφος του δικαίου), που τον επισκέφθηκε ξαφνικά μία μέρα και τον είδε χωμένο σε μια στοίβα χαρτιά με αυτή την παράξενη αμφίεση. Όταν ο λιθογράφος Γιούλιους Ζέμπερς παρουσίασε ένα πορτρέτο του Χέγκελ με αυτή την εμφάνιση, ο φιλόσοφος αρχικά δυσανασχέτησε και στη συνέχεια εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του, όταν άκουσε τη σύζυγό του να λέει ότι δεν της άρεσε η εικόνα, επειδή έμοιαζε σε αυτόν παρά πολύ.
Ένας από τους πιο διάσημους φιλοσόφους της εποχής του διαφωτισμού ήταν ο Βολταίρος (Φρανσουά-Μαρί Αρουέλ, το πραγματικό του όνομα), γνωστός για το σπινθηροβόλο πνεύμα του και τη σατιρική του φλέβα. Μπορεί, όμως, να μην τα είχε καταφέρει τόσο καλά, αν δεν κατανάλωνε μεγάλες ποσότητες καφέ καθημερινά. Είτε βρισκόταν στο σπίτι του, είτε στο αγαπημένο του στέκι, το «Καφέ Ντε Προκόπ» των Παρισίων, δεν υπήρχε ημέρα που να μην πιει 20 με 40 καφέδες. Συχνά πλήρωνε μεγάλα ποσά για να του φέρνουν εξαιρετικά χαρμάνια από το εξωτερικό και αγνοούσε πλήρως τις υποδείξεις του γιατρού που του έλεγε ότι η υπερβολική κατανάλωση καφέ θα έχει αντίκτυπο στην υγεία του. Πέθανε 84 ετών, το 1778, χωρίς να επαληθευτεί η εκτίμηση του γιατρού του για τον καφέ.
Ο σημαντικός και επιδραστικός γερμανός φιλόσοφος, που έγραψε για τον «υπεράνθρωπο», το «θάνατο του θεού» και την «αιώνια επιστροφή», ήταν μανιακός με τα φρούτα. Το καθημερινό του διαιτολόγιο περιλάμβανε μία μοσχαρίσια μπριζόλα για πρωινό και φρουτοφαγία για το υπόλοιπο της ημέρας. Ο Νίτσε αγόραζε καθημερινά μεγάλες ποσότητες φρούτων, χώρια αυτά που του έφερναν φίλοι και γνωστοί σε μεγάλες ποσότητες. Σύμφωνα με τους μελετητές του έργου του και τους βιογράφους του, καθημερινά κατανάλωνε πάνω από 3 κιλά φρούτα και ίσως στην υπερβολική φρουτοφαγία να οφείλεται η κακή κατάσταση της υγείας του.
Ο γερμανός φιλόσοφος Καρλ Μαρξ (1818-1883) υπήρξε ο συγγραφέας, μαζί με τον Φρίντριχ Ένγκελς, του εμβληματικού «Κομουνιστικού Μανιφέστου». Αν και θεωρείται ένας από τους επιδραστικότερους στοχαστές στην παγκόσμια ιστορία, η προσωπική του ζωή ήταν βουτηγμένη στο χάος και την αταξία, εξαιτίας των μεγάλων οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε, τόσο από την πολιτική του δράση, όσο και από την προσωπικότητά του. Ο Μαρξ είχε περιόδους έντονης παραγωγικότητας, που ακολουθούνταν από μεγάλες περιόδους απραξίας. Η χαοτική προσωπικότητά του εξηγείται καλύτερα με τον ψυχαναγκαστικό τρόπο που γεννούσε τις ιδέες για τα φιλοσοφικά του έργα. Ενώ προσπαθούσε να συλλάβει μια ιδέα, στεκόταν όρθιος και στριφογύριζε γύρω από το γραφείο του σαν μανιασμένος. Όταν η ιδέα επιτέλους του κατέβαινε στο κεφάλι καθόταν στο γραφείο του και άρχιζε να καταγράφει τις σκέψεις του με πυρετώδεις ρυθμούς. Συχνά δεν ξεκόλαγε από το γραφείο του καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας και το βράδυ τον έβρισκε στα όρια της κατάρρευσης.
Ο δανός φιλόσοφος και θεολόγος Σόρεν Κίρκεγκαρντ, που θεωρείται ένας από τους πρώτους υπαρξιστές, προτού καν κλείσει τα 25 του χρόνια είχε χάσει τους γονείς τους και πέντε αδέλφια του. Λίγο πριν από το θάνατό του, ο πατέρας του τού είχε εκμυστηρευτεί ότι ήταν γραφτό της μοίρας να δει όλα τα παιδιά του να πεθαίνουν, καθώς τον είχε καταραστεί ο Θεός, επειδή είχε βλασφημήσει τα θεία, όταν ήταν παιδί. Μετά το θάνατο του πατέρα του, αν και ήταν ζωντανός και δυνατός, ο Κίρκεγκαρντ δεν είχε βγάλει από το μυαλό του την προφητεία τού πατέρα του. Πίστευε ότι θα πεθάνει σε νεαρή ηλικία, γι’ αυτό και άρχισε να γράφει μανιωδώς, όπως και ο Καμί, για να προλάβει να αποτυπώσει στο χαρτί όσα ήθελε να πει. Τελικά, η προφητεία του πατέρα του επιβεβαιώθηκε και ο Κίργκεγκαρντ πέθανε το 1855, σε ηλικία 42 ετών.
Οι εμμονές ήταν τρόπος ζωής για τον σπουδαίο γερμανό φιλόσοφο Ιμάνουελ Καντ (1724-1804). Το 1783, όταν απέκτησε το δικό του σπίτι, αποφάσισε ότι ήταν η ώρα να οργανώσει με αυστηρό τρόπο τον καθημερινότητά του. Έτσι, σηκωνόταν πάντα λίγο πριν από τις 5 το πρωί, έπινε μια κούπα τσάι, κάπνιζε στα γρήγορα την πίπα του και στη συνέχεια προετοίμαζε τις πανεπιστημιακές παραδόσεις της ημέρας, που άρχιζαν στις 7. Μετά τις 11 το πρωί επέστρεφε στο σπίτι του και ασχολιόταν με το φιλοσοφικό του έργο. Στη 1 έτρωγε μεσημεριανό και κατόπιν, βρέξει – χιονίσει, έκανε τον ωριαίο του περίπατο στην καρδιά του Κένιξνμπεργκ (σημερινό Καλίνινγκραντ). Τέτοια ήταν η συνέπεια στο ωράριο του, που οι περίοικοι ρύθμιζαν τα ρολόγια, μόλις έβγαινε για τον καθιερωμένο του περίπατο. Η διαδρομή που ακολουθούσε ονομάστηκε αργότερα «Ο δρόμος του φιλοσόφου». Μετά τον περίπατό του δεχόταν γνωστούς και φίλους και εν συνεχεία εργαζόταν έως τις 10 το βράδυ, που είχε προγραμματίσει τη βραδινή του κατάκλιση.
Τα φτωχά παιδικά χρόνια και η εύθραυστη υγεία του, δημιούργησαν στον σπουδαίο γάλλο συγγραφέα την έμμονη ιδέα ότι θα πεθάνει σε νεαρή ηλικία. Κάποτε είχε πει σε μία φίλη του ότι «αισθάνεται το κακό να κυκλοφορεί στον αέρα». Δεν είναι γνωστό ότι κυκλοφορούσε με ένα σημείωμα αυτοκτονίας ενός φίλου του Τρότσκι, ενώ είχε ζητήσει από μία φίλη του να του αποστείλει ένα τεύχος του αμερικάνικου περιοδικού για κηδείες «Embalmer’s Monthly». Γεμάτος πεσιμισμό και κυριευμένος από το φόβο του θανάτου ήταν αποφασισμένος να ολοκληρώσει το έργο του προτού πεθάνει. Ακόμη και το Νόμπελ Λογοτεχνίας που κέρδισε το 1957, το θεώρησε ως κακό οιωνό και πίστευε ότι το βραβείο σηματοδοτεί το τέλος της καριέρας του. Η πίεση που ένιωθε στην προσπάθειά του να ολοκληρώσει το αριστούργημά του διαρκώς μεγάλωνε και το στοίχειωνε, μέχρι τη μοιραία ημέρα της 4ης Ιανουαρίου 1960, οπότε επιβεβαιώθηκαν οι φόβοι του. Ο Καμί βρήκε το θάνατο σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, στη σχετικά νεαρή ηλικία των 46 ετών.
Ο πατέρας της σύγχρονης φιλοσοφίας Ρενέ Ντεκάρτ (Καρτέσιος στα καθ’ ημάς) είχε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα πάθος με τις αλλήθωρες γυναίκες. Σ’ ένα γράμμα του προς τη βασίλισσα Χριστίνα της Σουηδίας τής εξήγησε ότι το πάθος αυτό προέρχεται από ένα νεανικό του έρωτα. «Αγάπησα μια κοπέλα της ηλικίας μου, που είχε ελαφρύ στραβισμό. Τέτοια ήταν η εντύπωση που μου προκάλεσαν τα αλανιάρικα μάτι της, που όταν χωρίσαμε για πολύ καιρό αργότερα, όταν έβλεπα μια αλλήθωρη γυναίκα, μου ήταν πιο εύκολο να την ερωτευτώ, επειδή απλά είχε αυτή την ατέλεια. Και δεν ξέρω αν αυτός ήταν ο λόγος».