Ο Ντάριο Φο, ο Ιταλός θεατρικός συγγραφέας, σκηνοθέτης, θιασάρχης, ηθοποιός και μίμος, έχει χαρακτηριστεί ως ο κοινωνικά ανατρεπτικός και πολιτικά επαναστατικός γελωτοποιός του θεάτρου. Ο πολυδιάστατος καλλιτέχνης τιμήθηκε το 1997 με το Νόμπελ Λογοτεχνίας ως ένας από τους σημαντικότερους θεατρικούς συγγραφείς και γιατί «όπως οι γελωτοποιοί του Μεσαίωνα μαστιγώνει την εξουσία, ξαναδίνοντας αξιοπρέπεια στους ταπεινούς».
Ο Ντάριο Φο γεννήθηκε στο Λετζούνο-Σαντζάνο του Βαρέζε στις 24 Μαρτίου 1926. Ο πατέρας του Φελίτσε Φο ήταν διευθυντής των ιταλικών σιδηροδρόμων και η οικογένεια άλλαζε συχνά σπίτι λόγω των μεταθέσεων του. Ο Φελίτσε ήταν επίσης ερασιτέχνης ηθοποιός και σοσιαλιστής. Ο Ντάριο έμαθε την τέχνη της διήγησης από την γιαγιά του και από Λομβαρδούς ψαράδες και φυσητές γυαλιού.
Το 1940, μετακόμισε στο Μιλάνο για να σπουδάσει αρχιτεκτονική, αλλά ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος του χάλασε τα σχέδια. Κοντά στο τέλος του πολέμου, ο Φο στρατολογήθηκε στις δυνάμεις της Δημοκρατίας του Σαλό (ενός βραχύβιου φασιστικού μορφώματος), αλλά δραπέτευσε και κατάφερε να κρυφτεί για το υπόλοιπο του πολέμου.
Το 1950 άρχισε να εργάζεται στο θέατρο του Φράνκο Παρέντι, και σταδιακά εγκατέλειψε την εργασία του ως βοηθός αρχιτέκτονα. Το 1951, συνάντησε τη Φράνκα Ράμε, γόνο θεατρικής οικογένειας, με την οποία παντρεύτηκε στις 24 Ιουνίου 1954. Ο γιος τους Τζάκοπο, γεννήθηκε στις 31 Μαρτίου του ίδιου έτους.
Ο Φο ξεκίνησε την θεατρική του σταδιοδρομία ως ηθοποιός σε καμπαρέ και επιθεωρήσεις (1953-1955). Με την Φράνκα Ράμε, η οποία αργότερα έγινε γνωστή για τα φεμινιστικού περιεχομένου έργα της όπως το Ας μιλήσουμε για γυναίκες (Parliamo di donne, 1977), ίδρυσε το 1959 τον «Θίασο Ντάριο Φο-Φράνκα Ράμε».
To ζεύγος έγινε διάσημο με τις εμφανίσεις του, κυρίως μετά το 1967, σε χιουμοριστικά σκετς στην τηλεόραση, ιδιαίτερα στο δημοφιλές πρόγραμμα «Καντσονίσιμα» της ιταλικής δημόσιας τηλεόρασης RAI.
Με την πάροδο του χρόνου, στράφηκαν προς το πολιτικά στρατευμένο θέατρο, συχνά αθυρόστομο, βλάσφημο και σκατολογικό, αλλά βαθιά ριζωμένο στις παραδόσεις της Κομέντια ντελ’ Άρτε, των λαϊκών παραμυθάδων και του κουκλοθεάτρου, τις οποίες συνδύαζαν με αυτό που ο Φο ονόμασε «ανεπίσημο αριστερισμό».
Το 1968 το ζεύγος δημιούργησε τον εταιρικό θίασο «Νέα Σκηνή», ο οποίος συνδέθηκε με τον πολιτιστικό οργανισμό ARCI που ελεγχόταν από το Iταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Το 1970 οι δύο πλευρές ήλθαν σε διάσταση και οι Φο-Ράμε ίδρυσαν την «Θεατρική Κοινότητα Η Κομμούνα» (Collettivo Teatrale La Comune), με την οποία εμφανίζονταν σε εργοστάσια, σχολεία και διάφορους δημόσιους χώρους.
Στις 8 Μαρτίου 1973, μια νεοφασιστική ομάδα απήγαγε τη Φράνκα Ράμε, την βασάνισε και την βίασε. Η Ράμε επέστρεψε στη σκηνή μετά από δύο μήνες με νέους αντιφασιστικούς μονολόγους. Το ζευγάρι βρέθηκε επανειλημμένα και στο στόχαστρο της Καθολικής Εκκλησίας, καθώς και του συντηρητικού πολιτικού κόσμου της Ιταλίας. Για πολλά χρόνια οι εμφανίσεις τους στην RAI ήταν απαγορευμένες.
Από τα δημοφιλέστερα έργα του Φο είναι «Οι αρχάγγελοι δεν παίζουν φλίπερ» («Gli Archangeli non giocano al flipper», 1959), «Η Ισαβέλλα, τρεις καραβέλλες και ένας παραμυθάς» («Isabella, tre caravelle e un caccia- balle», 1963), « Έβδομη εντολή: κλέβε κάπως λιγότερο» («Settimo: ruba un pό meno», 1964), «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού» («Morte accidental di un anarchico», 1970), ένα έργο- καταγγελία για τον ιταλό αναρχικό Πινέλι οποίος είχε κατηγορηθεί αδίκως για θανατηφόρα βομβιστική έκρηξη στο Μιλάνο, «Δεν πληρώνω! Δεν πληρώνω!» («Non si paga, non si paga», 1974) κ.ά.
Η περιφημότερη προσωπική του εμφάνιση ήταν στον ρόλο-σόλο του γελωτοποιού στο έργο του «Μιστέρο Μπούφο» («Mistero Buffo», 1969), εμπνευσμένο από τα μεσαιωνικά μυστήρια αλλά με σύγχρονο περιεχόμενο το οποίο προσαρμόζεται ανάλογα με την επικαιρότητα και το κοινό. Ο Φο, ενθάρρυνε του σκηνοθέτες και τους μεταφραστές να προσαρμόζουν τα κείμενα του όπως νομίζουν, γιατί πίστευε ότι αυτό ταιριάζει με την παράδοση του αυτοσχεδιασμού της Κομέντια Ντελ’ Άρτε.
Πολλά από τα γνωστά έργα του έχουν παρουσιαστεί από ελληνικούς θιάσους, με την πρωτιά να ανήκει στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν, που ανέβασε το έργο «Ισαβέλα τρεις καραβέλλες και ένας παραμυθάς», την περίοδο 1974-1975. Κατά την διάρκεια της δικτατορίας της 21ης Απριλίου είχε στηρίξει, μεταξύ των άλλων, τον αγώνα των Ελλήνων αντιστασιακών κατά της χούντας των συνταγματαρχών. Την τελευταία περίοδο της ζωής του στήριζε το «Κίνημα Πέντε Αστέρων» του Μπέπε Γκρίλο.
Ο Ντάριο Φο πέθανε στις 13 Οκτωβρίου 2016 σε ηλικία 90 ετών.