Στη Ρώμη, στο τέλος του 7ου π.Χ. αιώνα, εγκαθιδρύθηκε ετρουσκική μοναρχία, η οποία σιγά σιγά περιέλαβε στα όρια της δικαιοδοσίας της τους μικρούς οικισμούς που είχαν δημιουργηθεί γύρω από τον Τίβερη. Το 509 π.Χ. η ετρουσκική μοναρχία ανατράπηκε και τη θέση της πήρε μια αριστοκρατική δημοκρατία, που επεκτάθηκε στην ιταλική χερσόνησο.
Μέχρι το 133 π.Χ. η Ρώμη είχε γίνει η κυρίαρχη δύναμη της Μεσογείου και είχε έρθει σε επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό. Οι Ρωμαίοι επηρεάστηκαν από τον ελληνικό πολιτισμό, δανείστηκαν στοιχεία του και τα προσάρμοσαν στη δική τους τέχνη. Αντιλήφθηκαν δε την αξία των ελληνικών έργων και τα αναπαρήγαγαν ή τα συνέλεξαν.
Πολλοί λόγιοι της Ρώμης – όπως ο Κικέρωνας – αγόραζαν έργα Ελλήνων και γίνονταν πάτρωνες της ελληνικής τέχνης, ενώ η Ρώμη αποτέλεσε το κέντρο μαζικής παραγωγής έργων τέχνης. Γρήγορα οι Ρωμαίοι κατάλαβαν ότι η τέχνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως φορέας πολιτικών, κοινωνικών και θρησκευτικών αξιών.
Τα στοιχεία που δανείστηκε η ρωμαϊκή γλυπτική από την ελληνική ήταν η στάση του ανθρώπινου σώματος, η εξιδανίκευση, ο ρυθμός και η κίνηση. Η διαφορά της ρωμαϊκής καλλιτεχνικής αντίληψης από την ελληνική βρίσκεται στην κοσμοθεωρία και αφορά το μέγεθος και τα θέματα των αναπαραστάσεων.
Εκεί όμως που η ρωμαϊκή γλυπτική επέδειξε μεγάλη πρωτοτυπία ήταν η εικονιστική προτομή και το ανάγλυφο. Η ρωμαϊκή προτομή εισάγει στην τέχνη την ομοιότητα του προτύπου και όχι την εξιδανικευμένη απεικόνισή του. Το ιστορικό ανάγλυφο εξιστορεί πολεμικές επιχειρήσεις και θριάμβους αυτοκρατόρων και στρατηγών.
Ένα παράδειγμα είναι ο αυτοκράτορας Αύγουστος (20 π.Χ.), από μάρμαρο, που βρίσκεται στη Ρώμη, στο Μουσείο του Βατικανού.
Κατά τη ρωμαϊκή εποχή τα πορτρέτα και οι ανδριάντες των αυτοκρατόρων χρησιμοποιήθηκαν για να υποστηρίξουν την πολιτική τους εικόνα. Ο δημιουργός του ανδριάντα του Αυγούστου είχε ως πρότυπό του το “Δορυφόρο” του Πολύκλειτου, που παρέπεμπε στη δημοκρατική Αθήνα – δείτε το σχετικό επεισόδιο στην κάρτα πάνω δεξιά.
Τα κύρια χαρακτηριστικά της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής ήταν αφενός η εξυπηρέτηση των υλικών και κοινωνικών αναγκών μέσα από τη δημιουργία μεγάλων έργων και αφετέρου η πλούσια διακόσμηση των κτιρίων. Η τεράστια αυτοκρατορία των Ρωμαίων άφησε τα ίχνη της σε μνημειώδη έργα, όπως είναι τα θέατρα, τα υδραγωγεία, οι θέρμες και τα αποχετευτικά δίκτυα. Το σύστημα της ελληνικής αρχιτεκτονικής, που αποτελούνταν από το στυλοβάτη, τον κίονα και το επιστύλιο, το εμπλούτισαν οι Ρωμαίοι με καμάρες και θόλους, δημιουργώντας έτσι τη δική τους αρχιτεκτονική.
Το Κολοσσαίο το οποίο κατασκευάστηκε το 80 μ.Χ. περίπου, έχει ύψος 50 μ. και διάμετρο 188 μ. και βρίσκεται στο κέντρο της Ρώμης.
Στο ισόγειο, οι κίονες της τοξοστοιχίας είναι μια παραλλαγή του δωρικού ρυθμού, στον πρώτο όροφο έχουν ιωνικά κιονόκρανα, ενώ στο δεύτερο και τον τρίτο όροφο κοσμούνται από κορινθιακά στοιχεία. Η τεράστια παλαίστρα είναι ένα εντυπωσιακό οικοδόμημα με τριώροφες αψίδες, οι οποίες υποβαστάζουν τις κερκίδες ενός μεγάλου αμφιθεάτρου που βρίσκεται στο εσωτερικό του.
Τα τόξα και οι θριαμβικές αψίδες ήταν ένα επίτευγμα μηχανικής πολύ δύσκολο για εκείνη την εποχή. Όταν οι Ρωμαίοι τελειοποίησαν αυτή την τεχνική (κυρίως με τη χρήση ενός είδους κονιάματος, μείγματος διάφορων χαλικιών με ηφαιστειογενές χώμα ως συνδετικό υλικό), προχώρησαν στην κατασκευή θερμών, γεφυρών και υδραγωγείων.
Η στήλη του Τραϊανού (110-113 μ.Χ.), Ρώμη.
Τα ανάγλυφα, που ανεβαίνουν προς την κορυφή της στήλης, εξιστορούν τα κατορθώματα και τις νίκες του Τραϊανού.
Οι θριαμβικές στήλες κατασκευάζονταν κομμάτι – κομμάτι και παρουσίαζαν με χρονική ακολουθία τα γεγονότα. Διακρίνονται για τη λεπτομέρεια της τεχνικής και την αφηγηματική τους σαφήνεια. Η στήλη αυτή, που έχει ύψος 38 μέτρα μαζί με τη βάση, τοποθετήθηκε στο φόρουμ (αγορά) του Τραϊανού.
Η πύλη του Αδριανού (131 μ.Χ.), στην Αθήνα.
Οι αψίδες ήταν στην αρχή κτίσματα που κατασκευάζονταν για προσωρινή χρήση, με στόχο να υμνήσουν την επιστροφή των στρατηγών που γύριζαν νικητές στη Ρώμη. Αργότερα χτίζονταν με πέτρα στην ίδια θέση, ως σύμβολα του ρωμαϊκού μεγαλείου.
Η θριαμβική αψίδα που κατασκεύασαν οι Αθηναίοι προς τιμήν του αυτοκράτορα Αδριανού στήθηκε στο σημείο επαφής δύο τμημάτων της πόλης: της παλιάς πόλης του Θησέα και της καινούριας του Αδριανού.
Αποτελείται από δύο ορόφους. Το μεγάλο τόξο, στην πρώτη στάθμη, πλαισιώνεται από παραστάδες και κίονες. Στο επάνω μέρος υπάρχει μια κορινθιακή κιονοστοιχία που στέφεται από ένα μικρό αέτωμα.
Μετά την κατάκτηση της Μακεδονίας, το 146 π.Χ., χτίστηκε στη Ρώμη ο πρώτος ναός από μάρμαρο και συνεχίστηκε η κατασκευή αποχετευτικών έργων και δρόμων. Νέα είδη κτιρίων δημιουργήθηκαν στις μεγάλες πόλεις όπως η βασιλική, η στοά, η αγορά γνωστή και ως forum).
Με την εγκαθίδρυση της αυτοκρατορίας και την εξάπλωση του ρωμαϊκού κράτους η πρωτεύουσα και οι μεγάλες πόλεις της επαρχίας γέμισαν με μεγαλοπρεπείς κατασκευές και μνημειώδη κτίρια. Εμφανίστηκαν επίσης οργανωμένα πολυώροφα συγκροτήματα κατοικιών για πολλές οικογένειες όπως οι σημερινές πολυκατοικίες.
Μετά τον 3ο αιώνα μ.Χ. η Ρώμη αποδυναμώνεται σταδιακά και δεν είναι πια το κέντρο της πολιτικής και της πολιτιστικής ζωής.
H κρίση στην αρχιτεκτονική εμφανίζεται μέσα από μια συνεχή απομάκρυνση από τους κανόνες, καθώς τα διάφορα διακοσμητικά στοιχεία που προέρχονται από άλλους πολιτισμούς ενσωματώνονται στη ρωμαϊκή τέχνη.