ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ: Ο “ΤΟΞΙΚΟΜΑΝΗΣ” ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ

Marcello Mastroianni - 1
Ο ΛΑΤΙΝΟΣ ΕΡΑΣΤΗΣ ΜΑΡΤΣΕΛΟ ΜΑΣΤΡΟΓΙΑΝΙ
7 Οκτωβρίου, 2020
Photo of the day 10072020
Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ 07 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2020
7 Οκτωβρίου, 2020

ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ: Ο “ΤΟΞΙΚΟΜΑΝΗΣ” ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ

Nikos Karouzos - 1

Ο Νίκος Καρούζος ήταν Έλληνας ποιητής, από τους πιο αξιόλογους της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς.

Nikos Karouzos - 2Χαρακτηρίστηκε «τοξικομανής των λέξεων» και πρόσφερε στην ελληνική ποίηση μια εκστατικότητα λακωνική, μέσα από την ανανέωση του γλωσσικού ιδιώματος. Στις πρώτες του ποιητικές συλλογές διακρίνεται η θετική του στάση απέναντι στην ελληνορθόδοξη παράδοση. Ο Τάκης Σινόπουλος θεωρεί ότι το ποιητικό του έργο εκφράζει την επιθυμία της λύτρωσης του ανθρώπου από την αγωνία της εποχής, «αποδιώχνοντας το άγχος με τη χάρη της αγάπης».

Τα πρώτα χρόνια:

Ο Νίκος Καρούζος γεννήθηκε στο Ναύπλιο στις 17 Ιουλίου 1926. Ο πατέρας του Δημήτρης Καρούζος ήταν δάσκαλος στρατευμένος στο ΕΑΜ και υπέστη διώξεις μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας και κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου. Η μητέρα του Κωνσταντίνα Πιτσάκη ήταν κόρη ιερωμένου και δασκάλου.

Κατά τη διάρκεια των γυμνασιακών του χρόνων, ο Νίκος Καρούζος έδρασε μέσα από τις τάξεις της ΕΠΟΝ και κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου εξορίστηκε στην Ικαρία (1947). Το 1951 κλήθηκε να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία στη Μακρόνησο, απ’ όπου πήρε απολυτήριο το 1953 ύστερα από νευρικό κλονισμό. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του αποκήρυξε τη μαρξιστική ιδεολογία, γιατί όπως είχε πει «ο καπιταλισμός έκανε ζώο τον άνθρωπο, ο μαρξισμός έκανε ζώο την αλήθεια».

Από όλους τους ποιητές αυτής της γενιάς, αυτός που παρουσιάζει τη μεγαλύτερη δυσκολία ως προς την ένταξή του σε κάποια κατηγορία ή ομάδα είναι ο Νίκος Καρούζος. Υποστηρικτής της Αριστεράς κατά τη διάρκεια του Εμφύλιου πολέμου και για καιρό αργότερα, ο Καρούζος απέφυγε τη φανερή δέσμευση και την ανοικτή, δημόσια έκφραση, που υιοθέτησαν τόσοι σύγχρονοί του σοσιαλιστές. Στην τελευταία δεκαετία της ζωής του αποκήρυξε το Μαρξισμό στο σύνολό του: «ο καπιταλισμός έκανε ζώο τον άνθρωπο, ο μαρξισμός έκανε ζώο την αλήθεια» . Η σχέση του με τον Υπερρεαλισμό είναι επίσης θολή και έχει προκαλέσει ζωηρά και διιστάμενα σχόλια. Εξάλλου, ο Καρούζος έχει ποικιλοτρόπως χαρακτηρισθεί: άλλοτε ως θρησκευτικός, και άλλοτε ως φιλοσοφικός ποιητής. Πάντως, αν και συχνά αναφέρεται στην ορθόδοξη παράδοση, αυτό που φαίνεται να γυρεύει ο Καρούζος είναι μάλλον η βουβή κατάδυση στον κόσμο των υπαρκτών αντικειμένων παρά η υπέρβασή του[…] Η ποίηση του Καρούζου, με διάφορους τρόπους, αποτίει φόρο τιμής στον Παπαδιαμάντη και τον Καβάφη. 0 ποιητικός λόγος που αναπτύσσεται είναι πυκνός και συχνά καταφεύγει στις παρηχήσεις. Στην πιο πρόσφατη ποίησή του κυρίαρχη φιγούρα είναι η Σελήνη. Ακόμα κι όταν προβάλλει ο ήλιος, το φως του διαθλάται, διαχέεται ή διαλύεται.

— Ρόντρικ Μπίτον, καθηγητής νεοελληνικής ιστορίας και λογοτεχνίας στο Βασιλικό Κολέγιο του Λονδίνου

Μαθητής του 20 στο Γυμνάσιο, έγινε δεκτός το 1945 στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν περάτωσε τις σπουδές του λόγω της πολιτικής του δράσης και της απορρόφησής του από την ποιητική δημιουργία.

Οι πρώτες ποιητικές συλλογές:

Στα ελληνικά γράμματα πρωτοεμφανίστηκε το 1949 από το περιοδικό «Ο Αιώνας μας» με το ποίημα «Σίμων ο Κυρηναίος». Το 1953 εξέδωσε τις δύο πρώτες ποιητικές συλλογές «Η επιστροφή του Χριστού» και «Νέες Δοκιμές».

Η πυκνότητα της ποιητικής παραγωγής τού Καρούζου πιστοποιεί τον πηγαίο και άμεσο χαρακτήρα της και τα πλούσια αποθέματά της, αφού η ποσότητα δεν αποβαίνει εις βάρος τής λειτουργικότητας και τής αποτελεσματικότητάς της. Λόγος ελλειπτικός, αλλά βατός και επαρκής, εναλλασσόμενοι τόνοι, που αντιστοιχίζονται με τις διακυμάνσεις του συναισθήματος, εύστοχη διάρθρωση τού ποιήματος, όπου το κυρίαρχο πνεύμα υπερασπίζεται μια λεκτική ευφορία, ευφάνταστη εικονοποιία και η παρεμβολή στοχασμών και απηχήσεων από παράλληλους βίους κατορθώνουν να μας αποδώσουν μια ποίηση, που οι βιωματικοί όροι, οι οποίοι την εμψυχώνουν, υπερβαίνοντας τον υποκειμενικό χαρακτήρα τους, αποκτούν χάρη στη λειτουργικότητα των γλωσσικών μέσων μεταδόσιμη μορφή, όταν ο ποιητής δεν φτάνει, κάποτε αμήχανος, εμπρός στο άφατο, στη μεταφυσική απορία.

— Αλέξανδρος Αργυρίου, κριτικός λογοτεχνίας

Υπήρξε από τους πολυγραφότερους έλληνες ποιητές, ενώ τα λίγα δοκιμιακά κείμενα που παρουσίασε, εκτός από ένα τομίδιο με τίτλο «Μεταφυσικές εντυπώσεις απ’ τη ζωή ως το θέατρο» (1966), δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά ή σε καταλόγους ζωγραφικών εκθέσεων.

Nikos Karouzos - 3

Τα βραβεία:

Τιμήθηκε με το Β’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1963), το Βραβείο της Ομάδας των Δώδεκα (1963), το Α’ Εθνικό Βραβείο Ποίησης, από κοινού με τους Τάκη Βαρβιτσιώτη και Μίλτο Σαχτούρη (1972) και με το Α’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1988).

Το θείο αποτελεί μέρος της καθημερινής ζωής του Νίκου Καρούζου και ταυτίζεται με την ορθόδοξη πίστη. Αλλά ο Καρούζος δεν είναι ποιητής θρησκευτικός, όπως μερικοί νόμισαν· είναι ποιητής που ζώντας τα καθημερινά προβλήματα της ζωής δεν μπορεί να τα αντιμετωπίσει έξω από τη θρησκευτική κληρονομιά που αποτελεί την ουσία της αίσθησης του. Παρ’ όλη την εξοικείωσή του με τους Μπαχ, Μάλερ, Μοντιλιάνι, Κάφκα, Κίρκεγκαρντ, (για να περιοριστώ σε ονόματα που αναφέρονται στα ποιη­τικά κείμενά του), η ορθόδοξη παράδοση είναι γι’ αυτόν μια θεμελιώδης και αναντικατάστατη πνευματική δύναμη που τον θωρακίζει απέναντι στη δυτική αυθάδεια.

— Μάριο Βίτι, Ιταλός καθηγητής της νεοελληνικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Βιτέρμπο

Στην προσωπική του ζωή, ο Νίκος Καρούζος νυμφεύτηκε δύο φορές, το 1955 τη Μαρία Δαράκη, με την οποία έζησε μόλις λίγους μήνες και το 1963 την πιανίστρια Μαίρη Μεϊμαράκη, από την οποία χώρισε το 1980. Από το 1981 και ως το τέλος της ζωής του τον συντρόφεψε η ζωγράφος Εύα Μπέη.

Βλαστοί και Κρύσταλλα

Τι προπαγάνδα κάνουν τα πουλιά κάθε πρωί
πριν έβγει ο ήλιος πριν ξυπνήσουν τα κορίτσια
πως ανατρέχει ο ουρανός στη δόξα
κείνη που έλαμψε καιρούς και μέρες πίσω απ’ το χρόνο
με τη θυσία του Αβραάμ ολόασπρη στα κρεμαστά μαλλιά του
τον άγγελο του Ιακώβ όρθιο στην ονειροσκάλα
και το μεγάλο κόκκινο αλληλούια στην κεφαλή
του κόκορα που έπεσε απ’ τ’ άραχλα τ’ αστέρια.

Ο Νίκος Καρούζος άφησε την τελευταία του πνοή στις 28 Σεπτεμβρίου 1990 στο νοσοκομείο «Υγεία» της Αθήνας, σε ηλικία 64 ετών. Την τελευταία δεκαετία της ζωής του αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας.

Άνθρωπος μεσογειακής ανησυχίας, ποιητής με υπερεαλι­στικές κλίσεις, που επιδιώκει να τις εντάξει σ’ ένα σύστημα κι ένα κόσμο υπέρ τον ρεαλισμό, κυκλώνει τα αισθήματα μέσα του και τα πράγματα γύρω του έτσι, ώστε να μπορεί κανείς να πει για τον ποιητή αυτόν, ότι «θεολογεί» (μιλάει, δηλαδή, για το θεό) με πρώτη ύλη το «χώμα». Έτσι ο ανθρωπομορφισμένος Χριστός μπορεί να προσηλώνεται και σ’ άλλους, λιγότερο μεταφυσικούς, περισσότερο γήινους σταυρούς[…] Από τη δεκαετία του ’70 γίνεται εντονότερη στο έργο του και μια αντιδικία, θα έλεγα, με το σύγχρονο κόσμο, που είναι ο “πειρασμός” του. Αβοήθητος, επειδή το θέλει, από τους άλλους, πολεμάει εναντίον του «μαύρου» μόνος του, σα να μην εμπιστεύεται κανέναν. Στο έργο του γίνεται αισθητή μια αντιπαράθεση: αυτός και οι άλλοι. Η αντιπαράθεση αυτή δεν είναι ολότελα αυθαίρετη. Την υπαγορεύει η υποβάθμιση της ποιότητας ζωής στη σύγχρονη πόλη, που είναι και το θέατρο της αντιπαράθεσης του ποιητή.

— Μιχάλης Μερακλής, καθηγητής λαογραφίας και κριτικός λογοτεχνίας

Αθήνα. Η φλόγα που το χρώμα της είναι γαλάζιο

Ομορφιά στου δειλινού τον πλαγίαυλο
αργά που πάνε οι λυπημένοι μεσ’ στα φυλλώματα του Εθνικού Κήπου
κι όταν κάθονται
στα γαλανά παγκάκια ταξιδεύουν
σε καλύτερες ημέρες του μέλλοντος
ένας τινάζοντας τον ύπνο απ’ τα μαλλιά του
κ’ εκείνος κει στον τζίτζικ’ από κάτω
κι ο πιο πέρα
όλοι μοναχικοί
και συ το ίδιο
μόνος
εναγκαλίζεσαι τα δέντρα από έρωτα.
Ώρα επτά σφυρίζουν οι φύλακες
τελειώνει πια κ’ εδώ ο κόσμος.
Ύστερα στους δρόμους
πάλι κρατούν άδεια κλουβιά
γυρίζουν
χάνονται
οι λυπημένοι.
Στα σύννεφα κρέμονται πουλιά
κι αυτοί βλέπουν το κέρδος:
αμνό και τρόμο.
Ηλεκτροφόρα σύρματα φράζουν τα όνειρα
μα θάθελαν —
Κ’ ενώ δε σώνεται η φωνή στο μέσα μάκρος
ακούγονται καμπάνες
απ’ τα εκκλησάκια της ορθοδοξίας αιχμάλωτα.
Μα πως κυματίζει ο ουρανός
στην ακοή των λυπημένων…
Ώρα επτά κ’ οι σωφέρ
με τα ραδιόφωνα ανοιχτά
για είκοσι λεπτά τραγούδι αθάνατο
«απόψε θάρθει ο θάνατος να πάρει τους καϋμούς μου.»

Πάνω τους η νύχτα παλαιό ρούχο
ο πλάστης
με την άσπρη αγάπη.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *