Γράφει ο Σκιάς.
Ο Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας Τενεσί Γουίλιαμς (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Τόμας Λάνιερ Γουίλιαμς) είναι ένας από τους σπουδαιότερους δραματουργούς του 20ου αιώνα, γνωστός στο θεατρόφιλο κοινό από τα έργα του «Γυάλινος Κόσμος», «Λεωφορείο ο Πόθος» και «Λυσασμένη Γάτα», που μεταφέρθηκαν με επιτυχία και στον κινηματογράφο. Μαζί με τους Ευγένιο Ο’ Νιλ και Άρθουρ Μίλερ συγκροτούν την τριάδα των κορυφαίων αμερικανών θεατρικών συγγραφέων. Τα έργα του, που έχουν κερδίσει την παγκόσμια αναγνώριση, αποκαλύπτουν ένα κόσμο φθοράς, διαψεύσεων και ανθρώπινης ήττας, όπου κάτω από μια ρομαντική ατμόσφαιρα ξεπεσμένης ή ψεύτικης αρχοντιάς κρύβονται το σεξ και η βία.
Ο Τενεσί Γουίλιαμς γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου 1911 στο Κολάμπους της πολιτείας Μιζούρι, γιός ενός περιοδεύοντος πλασιέ υποδημάτων, που απουσίαζε για μεγάλα χρονικά διαστήματα από το σπίτι και όταν βρισκόταν εκεί αντιμετώπιζε έντονα προβλήματα με το ποτό. Έτσι την ανατροφή του ανέλαβε η μητέρα του που προερχόταν από πνευματική οικογένεια.
Μετά την αποφοίτησή του από το Λύκειο ξεκίνησε σπουδές δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Μιζούρι, τις οποίες διέκοψε γιατί τις θεωρούσε βαρετές και το 1936 γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο Ουάσινγκτον στο Σεντ Λούις. Κατά την διάρκεια των σπουδών του άρχισε να γράφει θεατρικά έργα και συνέχισε να γράφει ακόμη και όταν, κατά την οικονομική κρίση, είχε προσληφθεί σ’ ένα εργοστάσιο υποδηματοποιίας του Σεντ Λούις. Μικροί θίασοι παρουσίασαν μερικά από τα έργα του και τον ενθάρρυναν να σπουδάσει δραματουργία στο Πανεπιστήμιο τής Άιοβα, από όπου αποφοίτησε το 1938.
Η πρώτη του τιμητική διάκριση ήταν το βραβείο που απέσπασε το 1939 με μια σειρά μονόπρακτα που είχαν τον τίτλο «American Blues». Παρά το βραβείο, ο Γουίλιαμς συνέχισε να εργάζεται σε διάφορες δουλειές, από ταξιθέτης θεάτρου μέχρι σεναριογράφος του Χόλιγουντ, ώσπου ήρθε η επιτυχία με το θεατρικό «Ο Γυάλινος Κόσμος» («The Glass Menagerie», 1944). Στο έργο του αυτό παρουσιάζει μια ξεπεσμένη οικογένεια του Αμερικανικού Νότου που ζει σε μια λαϊκή πολυκατοικία. Πραγματεύεται την αποτυχία μιας καταπιεστικής μητέρας, της Αμάντα, που ζει με τις παραισθήσεις ενός ρομαντικού παρελθόντος και του κυνικού γιου της Τομ, να εξασφαλίσουν συνοδό για την ανάπηρη και νοσηρά ντροπαλή κόρη της οικογένειας, Λάουρα, που ζει σ’ έναν δικό της, φανταστικό κόσμο με μια συλλογή γυάλινων ζώων.
Η επόμενη μεγάλη επιτυχία του Γουίλιαμς ήρθε τρία χρόνια αργότερα με το έργο «Λεωφορείο ο Πόθος» («A Streetcar Named Desire», 1947), που κέρδισε το Βραβείο Πούλιτζερ. Σ’ αυτό εξετάζει τον πνευματικό και ηθικό ξεπεσμό μιας άλλης πρώην καλλονής του Αμερικανικού Νότου, της Μπλανς Ντιμπουά, της οποίας η εξεζητημένη ευγένεια είναι ασυμβίβαστη με τη σκληρή πραγματικότητα που την εκπροσωπεί ο βάναυσος άντρας της αδελφής της, Στάνλεϊ Κοβάλσκι. Το έργο έγινε ευρύτερα γνωστό μέσα από την κινηματογραφική μεταφορά του Ελία Καζάν το 1951,με πρωταγωνιστές την Βίβιαν Λι και τον Μάρλον Μπράντο.
Το 1953, ο Γουίλιαμς παρουσίασε ένα αλλόκοτο έργο με τίτλο «Καμίνο Ρεάλ» («Camino Real»), που εκτυλίσσεται σε μια φανταστική πόλη, κάτοικοι της οποίας είναι μεταξύ άλλων ο Λόρδος Βύρων και ο Δον Κιχώτης. Το έργο σημείωσε εμπορική αποτυχία, αλλά η επιτυχία επανήλθε για τον συγγραφέα δύο χρόνια αργότερα με την «Λυσασμένη Γάτα«» («Cat on a Hot Tin Roof»), που κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ και έγινε κινηματογραφική επιτυχία από τον Ρίτσαρντ Μπρουκς το 1958, με πρωταγωνιστές τον Πολ Νιούμαν και την Ελίζαμπεθ Τέιλορ. Το έργο αποκαλύπτει τα συναισθηματικά ψεύδη που διέπουν τις σχέσεις της οικογένειας ενός πλούσιου κτηματία του Αμερικανικού Νότου.
Οι θεατρικές επιτυχίες του Γουίλιαμς συνεχίστηκα με τα έργα « Ξαφνικά Πέρσι το Καλοκαίρι» («Suddenly Last Summer», 1958), που στρέφεται γύρω από το θέμα τής λοβοτομής, τής παιδεραστίας και του κανιβαλισμού, «Γλυκό Πουλί της Νιότης» («Sweet Bird of Youth», 1959), με ήρωα ένα ζιγκολό που ευνουχίζεται γιατί μετέδωσε αφροδίσιο νόσημα στην κόρη ενός πολιτικού του Νότου και «Η Νύχτα της Ιγκουάνα» («The Night of the Iguana», 1961), με θέμα την ιστορία ενός αποσχηματισμένου παπά που ξεπέφτει σε ξεναγό και που βρίσκει τον Θεό σ’ ένα φτηνό μεξικάνικο ξενοδοχείο.
Τη δεκαετία του ’60 ο Τενεσί Γουίλιαμς αρρώσταινε συχνά εξαιτίας τού χρόνιου εθισμού του στα υπνωτικά χάπια, που τα έπαιρνε σε συνδυασμό με αλκοόλ, προβλήματα που αγωνίστηκε να ξεπεράσει ύστερα από μια σοβαρή πνευματική και σωματική κατάρρευση το 1969. Τα τελευταία έργα του ήταν αποτυχίες και σήμερα σπανίως παίζονται.
Ο Γουίλιαμς έγραψε επίσης δύο μυθιστορήματα, τη «Ρωμαϊκή Άνοιξη της κυρίας Στόουν» («The Roman Spring of Mrs Stone», 1950) και το «Moise and the World of Reason» (1975), καθώς και δοκίμια, ποιήματα, σενάρια, διηγήματα και μια «Αυτοβιογραφία» («Memoirs», 1975).
Ο Τενεσί Γουίλιαμς άφησε την τελευταία του πνοή σε ένα ξενοδοχείο της Νέας Υόρκης στις 25 Φεβρουαρίου 1983.
Ο Τενεσί Ουίλιαμς είχε επιρροές από τον Άντον Τσέχωφ, τον Αύγουστο Στρίντμπεργκ και άλλους συγγραφείς.
Συνήθης φυσιογνωμία στα έργα του είναι η ηρωίδα στα όρια της παράνοιας, με καθαρές επιρροές από τη ζωή της αδερφής του, Ρόουζ. Από την αδερφή του και τη μητέρα του φαίνεται ότι εμπνέεται για τους γυναικείους χαρακτήρες (Laura, Amanda) στο “Γυάλινο Κόσμο”, ενώ ο χαρακτήρας της Μπλανς Ντυμπουά στο “Λεωφορείο ο Πόθος” φαίνεται να βασίστηκε στη Ρόουζ, αλλά και στον ίδιο, καθώς την περίοδο που έγραφε το έργο, πίστευε ότι θα πεθάνει κι ότι αυτό θα αποτελούσε το κύκνειο άσμα του. Στη “Λυσσασμένη Γάτα” διακρίνονται στοιχεία από τη ζωή του Ουίλιαμς, όπως η ομοφυλοφιλία, ο αλκοολισμός και οι ψυχικές διαταραχές.