Γράφει ο Σκιάς.
Η 8η Συμφωνία σε Φα μείζονα, Op. 93 (γερμανικά: Sinfonie Nr. 8 in F-Dur, op. 93) είναι μία συμφωνία, αποτελούμενη από τέσσερα μέρη, του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν, γραμμένη το 1812. Ο Μπετόβεν αναφερόταν σε αυτήν ως «η μικρή μου Συμφωνία σε Φα μείζονα», ξεχωρίζοντας την από την 6η Συμφωνία, η οποία ήταν μεγάλη και γραμμένη σε Φα μείζονα.
Η 8η Συμφωνία είναι μία ευχάριστη, αλλά όχι ελαφριά συμφωνία, και σε πολλά σημεία της εξαιρετικά ευδιάθετη, με πολλές τονισμένες νότες. Μερικά από τα περάσματα της σύνθεσης, ακούγονται από κάποιους, χιουμοριστικά. Όπως και σε άλλα έργα του Μπετόβεν, όπως οι Σονάτες για πιάνο Op. 27 (No. 13 – No. 14), το έργο αποκλίνει από την Κλασσική παράδοση, κάνοντας το τελευταίο μέρος, το βαρύτερο από όλα.
Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 27 Φεβρουαρίου 1814 στη Βιέννη. Ο σχεδόν κουφός Μπετόβεν επέμεινε να διευθύνει την ορχήστρα, αλλά οι μουσικοί τον αγνόησαν και υπάκουαν μόνο στον εξάρχοντα
Το έργο, ο Μπετόβεν, το ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1812, αμέσως μετά το τέλος της Έβδομης Συμφωνίας. Εκείνη την περίοδο ο συνθέτης ήταν 41 ετών. Ο Άντονι Χόκπινς σημείωσε: «η ευχάριστη διάθεση του έργου αυτού, δε δείχνει με τίποτα την άσχημη ψυχολογική κατάσταση του Μπετόβεν». Η Συμφωνία πήρε μόλις τέσσερις μήνες μέχρι να την ολοκληρώσει και, παραδόξως, το έργο δεν αφιερώθηκε σε κανέναν.
Όταν ο Καρλ Τζέρνυ ρώτησε τον δάσκαλό του, γιατί η 8η δεν έλαχε τόσης δημοτικότητας όσο η 7η, εκείνος απάντησε «απλά η 8η είναι τόσο πολύ καλύτερη». Ένας κριτικός έγραψε: «τα χειροκροτήματα δεν συνοδεύθηκαν με τον ανάλογο ενθουσιασμό, όπως θα συνέβαινε σε ένα έργο που άρεσε καθολικά». Ο Μπετόβεν θύμωσε με αυτήν την κριτική. Ο Τζορτζ Μπέρναρντ Σω, με την ιδιότητα του ως μουσικός κριτικός, συμφώνησε με τη γνώμη του Μπετόβεν, λέγοντας ότι η 8η είναι καλύτερη από την 7η.
Το έργο αποτελείται από τέσσερα μέρη:
Allegro vivace e con brio – 3/4 (Φα μείζονα)
Allegretto scherzando
Tempo di menuetto 3/4 (Φα μείζονα)
Allegro vivace
Μία τυπική εκτέλεση του έργου διαρκεί περίπου 26 λεπτά.